τα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: τά, ΤΑ

Κλιτικός τύπος αντωνυμίας

[επεξεργασία]

τα

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Σημειώσεις

[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος άρθρου

[επεξεργασία]

τα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό

  • ουδέτερο οριστικό άρθρο στην ονομαστική πληθυντικού
    Τα κακά τα νέα ταξιδεύουν γρήγορα!
  • ουδέτερο οριστικό άρθρο στην αιτιατική πληθυντικού
    Έχε τα μάτια σου δεκατέσσερα!
    Φαίνεται πως τα μετράει τα λόγια του.

κλίσεις των άρθρων

[επεξεργασία]
αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ενικού ο η το
γενική ενικού
+ σε
του
στου
της
στης
του
στου
αιτιατική ενικού
+ σε
τον
στον
τη(ν)
στη(ν)
το
στο
ονομαστική πληθυντικού οι οι τα
γενική πληθυντικού
+ σε
των
στων
των
στων
των
στων
αιτιατική πληθυντικού
+ σε
τους
στους
τις
στις
τα
στα