οικογένεια

Μεταφράσεις

οικογένεια

family, household, pedigreefamiliofamilleсемейство, семьяعائِلَةrodinafamilieFamiliefamiliaperheobiteljfamiglia家族가족gezinfamilierodzinafamíliafamiljครอบครัวailegia đình家庭семейство家庭 (iko'ʝenia)
ουσιαστικό θηλυκό
1. πρόσωπα που συνδέονται με δεσμούς αίματος, με υιοθεσία, με γάμο κ.λπ. κάνω οικογένεια
2. είδος σε ταξινόμηση η οικογένεια των αιλουροειδών
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.
Πλοηγός λέξεων ?
Site: Ακολουθούν: Κοινοποιήστε:
Open / Close