αναγκαίος
Μεταφράσεις
αναγκαίος
(anaŋ'ɟeos) αρσενικόαναγκαία
(anaŋ'ɟea) θηλυκόαναγκαίο
necessarynodignecessárionødvendige필요한 (anaŋ'ɟeο) ουδέτεροεπίθετο
1. απαραίτητος αναγκαία προϋπόθεση Η παρουσία σου είναι αναγκαία.
2. αναπόφευκτος αναγκαίο κακό
Kernerman English Multilingual Dictionary © 2006-2013 K Dictionaries Ltd.